Η νέα προοπτική των Ελληνοτουρκικών
Του Δημήτρη Βαρτζόπουλου
Η εκλογική αναμέτρηση στην Τουρκία έχει προκαλέσει μια άθλια όξυνση της επιθετικής ρητορικής όλου του πολιτικού της φάσματος περί «γκρίζων ζωνών», αποστρατικοποιήσεως των νήσων, «γαλάζιας Πατρίδας» κλπ. Τούτο σημαίνει, ότι ακόμη και επί ήττας του Ερντογάν και επικρατήσεως των κεμαλικών, η πιθανότητα συναινετικής προσφυγής στην διεθνή δικαιοδοσία είναι μηδενική. Οι ουκρανικές εξελίξεις αναδεικνύουν ακόμη περισσότερο τον νατοϊκό ρόλο της Τουρκίας, άρα η πιθανότητα άσκησης πιέσεων εις βάρος της από την Δύση είναι επίσης μηδενική. Άρα η πιθανότητα, να αποθρασυνθεί ακόμη περισσότερο, είναι πολύ μεγάλη.
Ποιο είναι όμως το διακύβευμα εν προκειμένω; Το να φωνάζουν και ωρύονται για την οχύρωση των νησιών και να φαντασιώνονται αλλαγές ονομάτων και άλλα φαιδρά, ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα, που φρουρούμε. Μπορεί, να μην έχουν συνυπογράψει καμμία διεθνή συμφωνία για το Δίκαιο της Θαλάσσης, η υφαλοκρηπίδα των χωρών όμως υφίσταται ως γνωστόν ipso facto και δεν χρειάζεται καμμία συμφωνία μαζί τους για να ποντίσουμε πχ υποθαλάσσια ηλεκτρικά καλώδια συνδέσεως μας με Ισραήλ και Αίγυπτο. Συμφωνία πράγματι με τους γείτονες, δίπλα ή έναντι, χρειάζεται για την χάραξη των ΑΟΖ. Χάραξη της ΑΟΖ χρειαζόμασταν με την Ιταλία, και χρειαζόμαστε με την Αλβανία, την Λιβύη και την Αίγυπτο για να προχωρήσουμε στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στο Ιόνιο και ΝΔ και Ν της Κρήτης. Αλλά μέχρις εκεί.
Παρά την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για εξορύξεις, ζήτημα είναι – δεδομένης της κλιματικής κρίσης και των συμφωνιών αλλαγής του ενεργειακού μείγματος- , να προλάβουμε, να ωριμάσουμε τις συνθήκες, για να θεωρηθούν αποδοτικά και αυτά ακόμη τα ως άνω θαλάσσια οικόπεδα, που έχουν ερευνηθεί και παραχωρηθεί σε διεθνείς ομίλους. Εκτός των σήμερα γνωστών κοιτασμάτων, πουθενά αλλού στην Ανατολική Μεσόγειο δεν πρόκειται, να υπάρξουν εξορύξεις υδρογονανθράκων, διότι απλώς δεν υπάρχουν ούτε καν επαρκείς ενδείξεις. Άρα συμφωνία μας με την Τουρκία για την χάραξη των ΑΟΖ ένθεν κακείθεν του 30ου μεσημβρινού, σίγουρα δεν έχει οικονομικές συνέπειες. Άρα και αν δεν γίνει, δεν έχασε η Βενετιά βελόνι..
Άλλο πράγμα είναι τυχόν προσπάθεια της γείτονος, να προσπαθήσει, να εμποδίσει εν τη πράξει συμφωνίες μας με την Αίγυπτο και την Λιβύη -όταν υπάρξει Κυβέρνηση εκεί-. Τούτο είναι casus beli.
Υπάρχει βέβαια και το Αιγαίο. Εκεί η αλιεία και πλέον οι σημαντικότατες δυνατότητες ανανεωσίμων πηγών ενεργείας ( αιολικά πάρκα θαλάσσια και σε νησίδες, αργότερα και κυματική ενέργεια) καθιστούν τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό επιτακτικό.
Χρειαζόμαστε προς τούτο την συμφωνία του γείτονος; Σαφώς όχι!
Η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12νμ είναι μη διαπραγματεύσιμο κυριαρχικό δικαίωμα. Γενομένη καλύπτει το 72% του Αιγαίου. Λύνει αφ´ εαυτής όλα τα θέματα.
Δεν χρειάζεται προφανώς, να εμφανιστούμε επιθετικοί. Μπορούμε, να ανακοινώσουμε, ότι εάν εντός ευλόγου και σαφούς χρονικού διαστήματος των συζητήσεων μας δεν υπάρξει ουσιαστική πρόοδος, τότε θα προχωρήσουμε. Κύριος στόχος εν προκειμένω είναι, να τεθεί ο διεθνής παράγων προ σαφούς και χρονικώς ακριβούς διλήμματος και να κινητοποιηθεί για την αποτροπή μιας αναμενομένης οξείας κρίσεως.
Καλή προετοιμασία θα μπορούσε, να ήταν στο ενδιάμεσο η επέκταση της αλιευτικής μας ζώνης στα 12νμ. Το επιτάσσει άλλωστε ο Κανονισμός αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11/12/ 2013 (αρθ 20) σχετικά με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική.
Μένει βέβαια το Κυπριακό…